«ΚΟΚΚΙΝΟ» ΑΝΑΒΕΙ το Παγκόσμιο ΔίκτυοΑνανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, REN21, στην πρόσφατηΈκθεσή του, επισημαίνοντας ότι οι ΑΠΕ δεν φτάνουν να καλύψουν αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες, με αποτέλεσμα να αυξηθούν κατά 1,1 % το 2023 οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα! Η Ράνα Αντίμπ, εκτελεστική διευθύντρια του Παγκόσμιου Δικτύου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, REN21, εξηγεί: «Ο κόσμος καίει περισσότερα ορυκτά καύσιμα από ποτέ άλλοτε, οι παγκόσμιες εκπομπές που συνδέονται με την ενέργεια αυξάνονται και οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας δεν επιτρέπουν ακόμη να υπάρξει ολοκληρωμένη απάντηση στην ενεργειακή ζήτηση που αυξάνεται σταθερά. Αυτό επιδεινώνει την κλιματική κρίση και εκτροχιάζει την ενεργειακή μετάβαση » . Προσθέτοντας χαρακτηριστικά: «Χάνουμε την ευκαιρία να οικοδομήσουμε ανθεκτικές και συμπεριληπτικές κοινωνίες». ΗΈκθεση αποκαλύπτει ότι ναι μεν οι ΑΠΕ αναπτύσσονται στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα, όμως δεν έχουν καταφέρει να υποκαταστήσουν τα καταστροφικά για τον πλανήτη ορυκτά καύσιμα. Ειδικότερα, φέρνει στο προσκήνιο δύο επίπεδα προβλημάτων που εμποδίζουν την επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού . Το πρώτο αφορά τα ελλείμματα δράσης, χρηματοδότησης και τα προβλήματα υποδομών, που εμποδίζουν τις ΑΠΕ να παρακολουθήσουν τους αυξανόμενους ρυθμούς της ενεργειακής ζήτησης, με αποτέλεσμα την αύξηση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Το δεύτερο επίπεδο έχει να κάνει με το ότι τα προβλήματα σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως οι περιορισμοί του δικτύου, η ανεπαρκής χρηματοδότηση, οι σοβαρές καθυστερήσεις στις αδειοδοτήσεις, μπλοκάρουν σχέδια για έργα ΑΠΕ δυναμικότητας της τάξης των 3.000 GW. Μπορεί λοιπόν η χρήση των ΑΠΕ να αυξήθηκε κατά 58% στη δεκαετία 2012-2022, ωστόσο η παγκόσμια ζήτηση ενέργειας αυξήθηκε παράλληλα κατά 16% . Η αύξησητηςζήτησης καλύφθηκε κυρίως από τον άνθρακα, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, που συνολικά αποτελούν περίπου το 65% της αύξησης της κατανάλωσης ενέργειας κατά τη δεκαετία αυτή. Διαπιστώνεται έτσι η μεγάλη απόσταση που πρέπει να διανυθείγια την επίτευξη των στόχων σε σχέση με τις απαραίτητες υποδομές των ΑΠΕ. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των αναπτυσσόμενων χωρών, π.χ. , στη Λατινική Αμερική και στην Καραϊβική: Αντί να στηριχθούν οι προσπάθειές τους για τη μείωση της εξάρτησής τους από τα ορυκτά καύσιμα και τη δημιουργία οικονομιών στη βάση των ΑΠΕ, υπονομεύονται καθώς οι επενδύσεις σε αυτές αποδεικνύονται , σε σχέση με τις αναπτυγμένες χώρες, υπερβολικά κοστοβόρες, βαθαίνοντας τις ανισότητες και συμβάλλοντας στην υπερθέρμανση του πλανήτη. Σύμφωνα με τον ερευνητικό οργανισμό BloombergNEF και τη Διεθνή Οργάνωση για τιςΑΠΕ, απαιτούνται επενδύσεις από 1.300 ως 1.350 δισ. δολάρια σε ΑΠΕ ετησίως γιατην επίτευξη των στόχων του Παρισιού αλλά κι εκείνωντης πρόσφατης Παγκόσμιας Συνόδου του ΟΗΕ για το Κλίμα COP 28 πέρυσι τονΔεκέμβριο.Όταν οι δεσμεύσεις της Συνόδου για τριπλασιασμό της αποδοτικότητας των ΑΠΕ έως το 2030 δημιούργησαν θετικό κλίμα, που όμως αποδεικνύεται ανεπαρκές. «Η απόφαση της COP28 ήταν μια μεγάλη νίκη, αλλά θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη αν αφορούσε το σύνολο του ενεργειακού συστήματος και όχι μόνο το ηλεκτρικό σύστημα. Χάθηκε, επίσης, η ευκαιρία να υπογραμμιστεί η θεμελιώδης σημασία του οικονομικού παράγοντα. Επείγει η κρίσιμη ανάγκη για πλήρη και επαρκώς χρηματοδοτημένη αλλαγή προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, γιανα κτίσουμε δίκαιες,ανθεκτικές κοινωνίες και οικονομίας ευημερίας» σχολίασε η Ζανέτ Μιλονγκό, υπεύθυνη του ΔιεθνούςΔικτύου Δράσης για το Κλίμα.
320 – Ρ. Δούρου – ΣΥΡΙΖΑ
provide an attachment id!