provide an attachment id!
*Με αδήριτες τις ανάγκες για την περαιτέρω ενίσχυση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, αναπόφευκτα έρχεται η συζήτηση στα δεδομένα για τα δίκτυα μεταφοράς ενέργειας και του λεγόμενου ηλεκτρικού χώρου. Αλλωστε, οι περιβαλλοντικοί στόχοι για το 2030 και το 2050 είναι δεδομένοι, με αυξημένες, μάλιστα, τις απαιτήσεις. Στο φόντο αυτό, από τη μια «ζυγίζονται» οι ανάγκες ενός συστήματος παραγωγής ενέργειας που εδράζε στις επενδύσεις μεγάλης κλίμακας σε ορισμένες περιοχές της χώρας και στη μετταφορά μεγάλων ποσοτήτων ενέργειας στους τόπους κατανάλωσης, που μπορεί να είναι και σε άλλες χώρες, τονώνοντας ενδεχομένως και το ελλειμματικό μας εμπορικό ισοζύγιο, και από την άλλη μπαίνουν οι ανάγκες της στρατηγικής που στηρίζεται σε ένα τοπικό, αποκεντρωμένο, περιφερειακό σύστημα παραγωγής ενέργειας με «κινητοποίηση» μεγάλων κοινωνικών συνόλων. Ουσιαστικά στα δίκτυα αποτυπώνεται και με βάση και την ευρωπαϊκή εμπειρία, η προσπάθεια για διττή «θεμελίωση» της πράσινης μετάβασης, που αφενός θα πρέπει ή μπορεί να βασίζεται στην αγορά και αφετέρου στην κοινωνική οικονομία, με την κάθε μία να καταλαμβάνει διαφορετικά πεδία. Στην πρώτη περίπτωση προτάσσεται η ανάγκη για μεγάλες επενδύσεις σε δίκτυα, συχνά υπερεθνικά, που υπηρετούν παράλληλα και γεωπολιτικές στοχεύσεις. Αναμφισβήτητα, δεν μπορεί να παραβλεφθούν αλλά αντίθετα να σταθμιστούν με διαφανή τρόπο και με απόλυτα τεκμηριωμένους πολλαπλασιαστες κόστους – οφέλους. Όμως μια τέτοια προτεραιότητα δεν θα πρέπει να βάλει σε δεύτερη μοίρα τα «προαπαιτούμενα» της δεύτερης περίπτωσης, όπου προέχει η κατασκευή ευέλικτων τοπικών δικτύων και εν προκειμένω με πολύ εύκολες και όχι κοστοβόρες δυνατότητες τοπικής αποθήκευσης ενέργειας. Κάτι που έχει και τη μικρότερη δυνατή χωροταξική παρέμβαση και βέβαια χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Κάτι π.χ. που εναρμονίζεται με τις ανάγκες της Κρήτης που έτσι , πέρα από τον πολλαπλό της ενεργειακό ρόλο, μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα. Μια τέτοια ανάπτυξη, ουσιαστικά, είναι συμβατή με τις μικρές κλίμακες και τα ευάλωτα περιβαλλοντικά συστήματατων νησιών, των ορεινών περιοχών και των διάσπαρτων οικισμών, ενώ διασφαλίζει μια αδιατάρακτη πορεία προς μια συμμετοχική πράσινη μετάβαση, που έχει πολλαπλά οφέλη . Δηλαδή, αντιμετωπίζει την ενεργειακή φτώχεια, διαχέει τα οφέλη στην κοινωνία και αυξάνειτην εγχώρια προστιθέμενη αξία.Τέτοιες χαμηλής κλίμακας υποδομές στηρίζουν παράλληλα τον ριζικό μετασχηματισμό του ενεργειακού συστήματος, υπηρετούν καιτη λογική των Ενεργειακών Κοινοτήτων, που είναι βασικός «καταλύτης» για τη λεγόμενη ενεργειακή δημοκρατία, διασφαλίζοντας πρόσβαση στα οφέλη που ευαγγελίζεταιτο νέο αυτό «πράσινο» ενεργειακό παράδειγμα, σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Ουσιαστικά τα δίκτυα αυτά λειτουργούν ως «ιμάντες » για την εμπλοκή ομάδων αγροτών, συνεργιών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, συμπράξεων μικροξενοδόχων, δήμων, ομάδων κατοίκων χωριών και νησιών στην από κοινού παραγωγή της ενέργειαςπου χρειάζονται . Κι αυτό την ώρα που η έννοια του « prosumption», της ιδιο-παραγωγής και ιδιο- κατανάλωσης, είναι απόλυτα ταυτισμένη μετις σημερινές τεχνολογικές δυνατότητες αλλά και τις τάσεις που έφερε η ενεργειακή κρίση . Με αυτόν, συνεπώς,τον τρόπο, ένα μεγάλο μέρος της πράσινης μετάβασης μπορεί να Οι χαμηλής κλίμακας υποδομές στηρίζουν τον ριζικό μετασχηματισμό του ενεργειακού, υπηρετούν τη λογική των Ενεργειακών Κοινοτήτων, που είναι « καταλύτης» για τη λεγόμενη ενεργειακή δημοκρατία. διαχυθεί ευρύτερα στην κοινωνία, στα νοικοκυριά, στους αγρότες, στις ΜμΕ επιχειρήσεις, σε τοπικές κοινότητες κάθε μορφής και είδους, διασφαλίζοντας καιτην απαραίτητη και ζητούμενη κοινωνική « ιδιοκτησία» των προγραμμά των «πράσινης μετάβασης». Αλλωστε, η κοινωνική οικονομία καταλαμ βάνει ήδη το 30-40% σεπολλές ευρωπαϊκέςχώ ρες και άρα, με τις δυνατότητες που υπάρχουν στην Ελλάδα μπορεί να τεθούν και υψηλότεροι στόχοι (50%), κάτι άλλωστε που συνάδει με τον νησιωτικό χαρακτήρα, τη γεωμορφολογία και την κατανομή τουπληθυσμού της. Δενείναιτυχαίο, άλλωστε, ότι ήδη η συζήτηση στην Κρήτη κορυφώνεται με φορείς, όπως η Περιφέρεια, τα επιμελητήρια κτλναζητούν ο ενεργειακός χώρος στην Κρήτη να διανεμηθεί κατά προτεραιότητα στους πολίτες και στους φορείς της, να αναθεωρηθεί ο σχεδιασμός για mega πλάνα με προώθηση αδειοδοτήσεων εγκατάστασης σταθμών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με τη μέθοδο του zero feed-in.